Βρίσκεστε εδώ: ΚΕΝΤΡΙΚΗ » ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ » ΣΙΝΕΜΑ » Προβολή της ταινίας Νυκτόβια Πλάσματα
Προβολή της ταινίας Νυκτόβια Πλάσματα

Προβολή της ταινίας Νυκτόβια Πλάσματα

Με την ταινία Νυκτόβια Πλάσματα, σε σκηνοθεσία Τομ Φορντ συνεχίζονται οι προβολές της κινηματογραφικής κοινότητας του ΔΟΕΠΑΠ-ΔΗΠΕΘΕ του Δήμου Βόλου.

Η ταινία θα προβληθεί την Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου στο στην Ν.Ιωνία (έναρξη 21:30) και την Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου στο Αχίλλειο στις 21:15 (έναρξη 21:30).

Νυκτόβια Πλάσματα

Nocturnal Animals

Η.Π.Α., 2016

Παρ: Τομ Φορντ, Ρόμπερτ Σαλέρνο

Σκηνοθεσία: Τομ Φορντ

Σενάριο: Τομ Φορντ

Φωτογραφία: Σίμους ΜακΓκάρβεϊ

Μοντάζ: Τζόαν Σόμπελ

Μουσική: Εϊμπελ Κορζενιόφσκι

Πρωταγωνιστούν: Εϊμι Ανταμς, Τζέικ Τζίλενχαλ, Μάικλ Σάνον, Ααρον Τέιλορ-Τζόνσον, Αρμι Χάμερ, Λόρα Λίνεϊ

Διάρκεια: 116 λεπτά

Με τη δεύτερη ταινία του, ο Τομ Φορντ αποδεικνύει ότι δεν είναι μόνο ένας διάσημος σχεδιαστής μόδας, αλλά και ένας ευφυής σκηνοθέτης και σεναριογράφος.

Η Σούζαν (Έιμι Άνταμς) είναι η ιδιοκτήτρια μιας φημισμένης γκαλερί τέχνης, η οποία βρίσκεται εγκλωβισμένη σε έναν δυστυχισμένο γάμο με τον όμορφο, αλλά απόμακρο Χάτον (Άρμι Χάμερ). Στη διάρκεια της απουσίας του Χάτον, η Σούζαν λαμβάνει ένα αντίτυπο του μυθιστορήματος του πρώην συζύγου της, Έντουαρντ (Τζέικ Γκίλενχαλ). Στο , στη διάρκεια ενός ταξιδιού, ο Τόνι, η σύζυγος και η έφηβη κόρη τους συναντούν μία συμμορία, μέλος της οποίας είναι ο Ρέι (Άαρον Τέιλορ Τζόνσον). Πρόκειται για μία σκοτεινή ιστορία βίας και εκσης που η Σούζαν θεωρεί ότι απευθύνεται στην ίδια.

Ο Φορντ διασκευάζει το «Τόνι και Σούζαν» του Όστιν Ράιτ σε μία πολυεπίπεδη ταινία με απλό φαινομενικά θέμα, αλλά και έναν σύνθετο χειρισμό του εν λόγω θέματος. Ο Τομ Φορντ δεν περιορίζεται στην των πλάνων του -στοιχείου των ταινιών του που είχε ήδη αναδειχθεί από το «Ένας Άνδρας Μόνος»-, αλλά προχωρά και στην ουσία. Αν και συχνά τον κατηγορούν ότι ενδιαφέρεται περισσότερο για το στυλιζάρισμα, προσωπικά διαφωνώ απολύτως. Το στυλιζάρισμα χρησιμοποιείται εδώ (ίσως περισσότερο από ότι στο «Ένας Άνδρας Μόνος») για να υπογραμμίσει ή ακόμα και για να κριτικάρει μία κατάσταση. Οι ήρωες της ταινίας μοιάζουν με κούκλες από βιτρίνες που περιφέρονται σε ένα ωραίο , αλλά μέσα τους αισθάνονται άδειοι.

Από τα πρώτα πλάνα του -οι τίτλοι της αρχής δείχνουν γυμνές φιγούρες παχύσαρκων γυναικών σε slow motion σε μία έναρξη που πολλούς απώθησε, αλλά εξηγείται στην ταινία, καθώς οι γυναίκες αυτές συμμετέχουν στην νέα έκθεση τέχνης της Σούζαν-, μέχρι το τέλος, ο Φορντ κατασκευάζει το κινηματογραφικό αντίστοιχο ενός κύβου του Ρούμπικ: φαινομενικά σύνθετο να το λύσεις, αλλά πολύ απλό ως προς τη λογική του. Ο Φορντ χτίζει ένα θρίλερ, το οποίο ποτίζει με έντονα κωμικά στοιχεία. Παράλληλα, είχε την υπέροχη έμπνευση να βάλει την Άιλα Φίσερ να ερμηνεύει το πλασματικό αντίστοιχο της Έιμι Άνταμς (πολλοί είναι αυτοί που θεωρούν ότι οι δύο ηθοποιοί μοιάζουν πολύ).

Δύο διαφορετικά αφηγηματικά πλαίσια ξετυλίγονται επί της οθόνης. Το παρόν της Σούζαν, η ψυχρή σχέση της με τον σύζυγό της, το γεγονός ότι αισθάνεται ανικανοποίητη στη δουλειά και τα συναισθήματα που της προκαλεί το μυθιστόρημα του Έντουαρντ είναι το πρώτο. Το δεύτερο είναι το ίδιο το μυθιστόρημα: εκεί όπου συναντάμε τον σύζυγο -εδώ έχει το όνομα Τόνι-, τον συμμορίτη, αλλά και τον παράξενο και ακραίο αστυνομικό (ο Μάικλ Σάνον σε άλλη μία υπέροχη ερμηνεία). Πολλοί σημειώνουν ότι πρόκειται για μια ταινία χιτσκοκικών αναφορών, αλλά συχνά μοιάζει περισσότερο με το σκοτεινό και διαστρεβλωμένο σύμπαν του Ντέιβιντ Λιντς, σε ταινίες όπως το Blue Velvet ή Η Χαμένη Λεωφόρος.

Η παράλληλη των δύο αυτών αφηγηματικών γραμμών κάνει τον θεατή να αναρωτιέται ποιος είναι ο λόγος που ο Έντουαρντ αφιερώνει στη Σούζαν αυτό το μυθιστόρημα και γιατί η ίδια πιστεύει ότι απευθύνεται σε αυτήν. Σύντομα ένα τρίτο αφηγηματικό πλαίσιο ξεπετάγεται: εκείνο που επικεντρώνεται στη σχέση της Σούζαν με τον Έντουαρντ (μία εξαιρετική Λόρα Λίνεϊ κάνει εδώ την εμφάνισή της στον ρόλο της μητέρας της Σούζαν).

Όπως και στο «Ένας Άνδρας Μόνος», έτσι και στα «Νυκτόβια Πλάσματα», ο Φορντ δεν διστάζει να δείξει τους χαρακτήρες του στις χειρότερες στιγμές τους: στην πρώτη περίπτωση ένας άνδρας που θρηνεί για τον χαμό του συντρόφου του έρχεται αντιμέτωπος με την άβυσσο της μοναξιάς, στην δεύτερη περίπτωση οι ήρωες του Φορντ έρχονται ο καθένας αντιμέτωπος με τα λάθη του και τις επιλογές του.

Σε μερικές στιγμές ίσως η ταινία φανεί υπερβολικά υπολογισμένη: τα πλάνα, τα καδραρίσματα και μάλιστα εις βάρος του συναισθήματος (με εξαίρεση την τελευταία σκηνή δυσκολεύεσαι να αισθανθείς οτιδήποτε ουσιαστικό για τους χαρακτήρες). Από την άλλη όμως, αυτός είναι και εν μέρει ο στόχος της. Μια γοητευτική παρατήρηση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Η ταινία δεν διστάζει να δείξει την Σούζαν, την ηρωίδα του στη στιγμή της μεγαλύτερης αδυναμίας της και της χειρότερης μοναξιάς της. Και την τοποθετεί γύρω από πανέμορφα αντικείμενα για να τονίσει ακριβώς αυτή τη ματαιότητα που η ίδια αισθάνεται. Αποτελεί την ίδια στιγμή της τέχνης, της φιλοδοξίας μας και του καταναλωτικού τρόπου ς μας, μια ελπίδα για επιστροφή στα πιο απλά. Μια άκρως γοητευτική ταινία που θα σε κάνει να θέλεις να τη δεις και δεύτερη, και τρίτη φορά.

 

PagasitikosNews logo

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

    Dark Mode

    "Αλιεύοντας" την είδηση